Παρασκευή 4 Δεκεμβρίου 2015

ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ Κωστή Ι. Καλλέργη (Κ. Ι. Γ. Κ.): Ανθάκανθα

Υπάρχουν οι κλασικοί τρόποι για να παρουσιάσεις και να σχολιάσεις την πολιτική, οικονομική ή κοινωνική πραγματικότητα. Αυτοί των αναλυτών, ειδικών επιστημόνων, πολιτικών, δημοσιογράφων κλπ., οι οποίοι με τα δικά τους «εργαλεία», όπως τα λένε, αναλύουν, ερμηνεύουν και επεξηγούν τα σχετικά φαινόμενα, φιλοδοξώντας κάποτε και να δώσουν λύσεις.
Συχνά, βέβαια, οι αναλύσεις και οι ερμηνείες είναι τόσο συγκεχυμένες ή «περισπούδαστες», ώστε να αφορούν κυρίως τους αναλυτές και τον κύκλο τους και ελάχιστα τους πολλούς, για τους οποίους υποτίθεται ότι παρουσιάζονται. Άλλοτε πάλι λέγεται ότι υπαγορεύονται, ότι είναι κατευθυνόμενες και ότι εξυπηρετούν συμφέροντα. Εν πάση περιπτώσει λίγες φορές υπηρετούν πραγματικά και εκφράζουν το κοινό αίσθημα.
Υπάρχουν, όμως, άλλοι τρόποι να εκφραστεί αυτό το τελευταίο, γνωστοί από παλιά και δοκιμασμένοι. Η Τέχνη π.χ. σε όλες της τις εκφάνσεις, πέραν των άλλων σκοπιμοτήτων της, έχει και αυτό το ρόλο, που κάποτε μάλιστα θεωρείται πρωτεύων και «αναγκαίος». Προϋπόθεση, βέβαια, η ανεξαρτησία της και η ελευθερία έκφρασης. Για να μην το επεκτείνομε σε άλλες μορφές Τέχνης, η θεατρική επιθεώρηση, η ποίηση, και ιδιαίτερα η ποιητική σάτιρα, είναι ένα πρόσφορο βήμα παρουσίασης και σχολιασμού των τεκταινομένων σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής ζωής και όπου ανάλογα με την ικανότητα και το ταλέντο του δημιουργού απεικονίζονται και σχολιάζονται τα όσα συμβαίνουν στον κοινό χώρο.
Η στιχοποιία στην Κρήτη είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη με πολλούς να την υπηρετούν. Μπορούμε να τη διαβαθμίσομε από την απλή στιχοπλοκία, με την αναγκαστική και συχνά «εκβιαστική» για το αποτέλεσμα ομοιοκαταληξία, στην απαιτητικότερη στιχουργία, όπου η ρίμα «συμβαδίζει» ομαλά με το συναισθηματικό σκίρτημα, μέχρι την ποιητική δημιουργία αξιώσεων, όπου μορφή και περιεχόμενο είναι αποτέλεσμα εμπνευσμένου εσωτερικού κινήτρου. Και στο Ρέθυμνο υπάρχουν πολλοί που επιδίδονται με περισσότερη ή λιγότερη επιτυχία στο «άθλημα». Για κάποιους ήταν και είναι διέξοδος έκφρασης των προσωπικών συναισθηματικών -ερωτικών συνήθως- βιωμάτων, οπότε προκύπτουν οι μαντινάδες, με φιλοδοξίες ενίοτε άλλου είδους αξιοποίησης, μέσω της δισκογραφικής μουσικής καταγραφής.
Για άλλους το πεδίο είναι διαφορετικό, καθώς έχουν τη δυνατότητα να κινούνται στιχουργικά σε ανώτερο επίπεδο, έτσι ώστε να προβληματίζονται γενικότερα, να προβάλλουν εντυπώσεις που ξεπερνούν τον εαυτό τους, να εκφράζουν περισσότερους, να σχολιάζουν, να κριτικάρουν, να καυτηριάζουν, να σατιρίζουν. Λειτουργούν, κατά κάποιον τρόπο, ως ένα είδος «κοινωνικού αντίλαλου» που μεταφέρει την προσωπική αλλά και την κοινωνική ανταπόκριση σε όσα προκαλούν ή ερεθίζουν. Γι' αυτό είχαν και έχουν απήχηση και αποδοχή, ανάλογα, βέβαια, και με την ικανότητα του χειρισμού της γλώσσας και των στιχουργικών κανόνων.
Ο Κωστής ο Καλλέργης, ο Κιγκ του Ρεθύμνου, ανήκει στη δεύτερη περίπτωση. Όσοι τον γνωρίζομε από τα μικρά μας χρόνια, ξέρομε πως είναι άτομο με πνεύμα ανήσυχο, ψυχή ευαίσθητη και καρδιά τρυφερή. Και τα τρία χαρακτηρίζουν η στάση του απέναντι στους ανθρώπους και τα πράγματα. Έχοντας έμφυτο το καλλιτεχνικό αισθητήριο, εκδηλώνεται, ανάλογα με αυτά που τον κεντρίζουν ή τον πλαντάζουν, είτε με τη χορδή του λαγούτου και το τραγούδι είτε με το στίχο. Σε κάθε περίπτωση αυθόρμητος, πηγαίος και αδέσμευτος. Το τελευταίο έχει ιδιαίτερη σημασία για την ποιητική - στιχουργική έκφραση, καθώς παρακολουθώντας κανείς την έμμετρη γραφή του -στο τελευταίο βιβλίο- αντιλαμβάνεται πως πρόκειται κυρίως για στίχο διαμαρτυρίας, αγανάχτησης, καυτηριασμού και σαρκασμού, που προϋποθέτουν σκέψη και κίνητρα έξω από δεσμεύσεις και συμβιβασμούς.
Ο τίτλος «Ανθάκανθα» της τελευταίας συλλογής του, πέραν της λεξιπλαστικής ευρηματικότητας, περικλείει το δισυπόστατο της πρόθεσης και του συγγραφικού του κινήτρου, όπως το διατυπώνει ο ίδιος στην Εισαγωγή: «Ήθελα να αποδίδω άμεσα και κοφτά το θέμα που μ' απασχολούσε! Ήθελα να το μεταφέρω γρήγορα και συνοπτικά, αλλά ταυτόχρονα εύστοχα, καυστικά, στοχευμένα, με ευχάριστη διάθεση, αλλά και με λέξεις κοφτές, αιχμηρές, για να πονάνε τον αναγνώστη και να μένουν σαν αγκάθια με μια πικρόγλυκη σατιρική διάθεση, όχι αστεία και φαιδρή για να προκαλέσω ευχάριστα συναισθήματα στον αναγνώστη, αλλά κυρίως για να στιγματίσω, να στηλιτεύσω, να επικρίνω, να καυτηριάσω, να εκφράσω την περιφρόνηση ή την επιδοκιμασία μου…. ».
Μπορεί, όμως, να έχει και την έννοια της διφυούς υπόστασης των πραγμάτων, που κάποτε γλυκαίνουν πικραίνοντας ή πικραίνουν γλυκαίνοντας.
Διατρέχοντας μια στιχουργική - ποιητική πορεία σαράντα περίπου χρόνων τα «Ανθάκανθα» απηχούν το αποτύπωμα που άφησαν στην ψυχή και στο νου του δημιουργού τους σημαντικά προσωπικά συμβάντα, αλλά κυρίως οι εξελίξεις στο πολιτικοκοινωνικό πεδίο, κάποιες από αυτές που σημάδεψαν και διαμόρφωσαν το σημερινό «πρόσωπο» της ελληνικής κοινωνίας. Ξεκινώντας από τα τέλη του 1970 αλλά με έμφαση κυρίως από το 1990 και μετά, ο Κωστής χρονογραφεί στιχουργικά πολλά από αυτά που απασχόλησαν τον τόπο και τους πολίτες, παίρνοντας θέση και ο ίδιος, εκφράζοντας άποψη, άλλοτε άμεσα και απόλυτα και άλλοτε γενικεύοντας και «φιλοσοφώντας» τα πράγματα. Ο τρόπος του είναι αυτός που ταιριάζει στο δικό του «τρόπο». Όχι αυτός του άτεγκτου εισαγγελέα ή του ηθικολόγου κατηχητή, όχι αυτού που βλέπει και διδάσκει αφ' υψηλού, αλλά εκείνος του απλού ανθρώπου που βιώνει και πάσχει απ' αυτά που συμβαίνουν, που τα νιώθει να τον επηρεάζουν άμεσα και επιχειρεί με το στίχο να εκφραστεί λυτρωτικά απ' όσα εσωτερικά τον κατακλύζουν. Η λυτρωτική διέξοδος που, όπως προειπώθηκε, λόγω χαρακτήρα του ταιριάζει, είναι αυτή η μέσω της σάτιρας, της ειρωνείας, του σαρκασμού, αυτή όπου ο ρεαλισμός της εικόνας και η αυστηρότητα του σχολιασμού συνυπάρχουν με το ειρωνικό κοίταγμα, τη γελωτοποιό διάθεση που καταλήγει στον εύθυμο τόνο.
Κι αν πρότυπο για αυτό το είδος λογοτεχνικού σχολιασμού υπήρξε ο Γ. Σουρής, η επίδραση του οποίου είναι ευδιάκριτη στην τεχνική και στο ύφος του Κιγκ, δεν μπορεί να μην πάει το μυαλό μας σε ορισμένα σημεία, όπου είναι τονισμένος ο ευρηματικός σαρκασμός ή και αυτοσαρκασμός, στον τρόπο που αντιδρά στην κοινωνική αδικία ο λαϊκός ήρωας Καραγκιόζης.
Ο Κωστής, βέβαια, στις αντιδράσεις του δεν είναι θυμοσοφικά μοιρολάτρης. Αντίθετα στο κυρίαρχο θέμα που διατρέχει τα «Ανθάκανθα», στην κριτική της εξουσίας (πολιτικής, οικονομικής ή άλλης) για τον τρόπο που διαχειρίζεται τα πράγματα, για την ποιότητα, το μέγεθος και τις ικανότητες των ηγετών, για την πολιτική και κοινωνική κατάπτωση και για τα πάθη του πολίτη, είναι αυστηρός, στηλιτευτικός, δηκτικός, και μάλιστα συχνά συγκεκριμένος. Μιλάει αποδίδοντας ευθύνες και με ονόματα. Επισημαίνοντας σημαντικές πολιτικοκοινωνικές στιγμές του δημόσιου βίου των τελευταίων χρόνων δεν επιδίδεται μόνο σε επικαιρογραφική χρονογραφία, αλλά εκφράζει και την αγαναχτισμένη καυστική διαμαρτυρία του απλού πολίτη για όσα παράξενα και παράλογα συμβαίνουν... υπέρ αυτού… ερήμην αυτού.
Έτσι σε πολλά σημεία λειτουργεί ως πολιτικός σχολιαστής πλησιάζοντας το ρόλο και τους στόχους του ποιητικού σκιτσογράφου - γελοιογράφου. Γιατί τι άλλο παρά πολιτικά σχόλια είναι οι αναφορές σε ανίκανους, άρπαγες πολιτικούς, στην κρίση και στα δεινά της, σε αδηφάγους δανειστές, στην παρανομία, ατιμωρησία και ανασφάλεια που επικρατεί, στους αβάσταχτους φόρους, στο Χρηματιστήριο, στην ηθική κατάπτωση, στον άπραγο λαό και σε άλλα φαινόμενα της σύγχρονης ζωής, των οποίων η στιχουργική διακωμωδητική διόγκωση των γνωρισμάτων και των συνεπειών αποκτά και γελοιογραφική χροιά; Θα μπορούσαν να παρατεθούν πολλά υποστηρικτικά παραδείγματα. Ενδεικτικά, λέει στο «Λατομείον η Ελλάς», σελ. 78-79:
Τα νέα μας ιδανικά:
Να βγάλουμε τα δανεικά..
Τις δόσεις και τα χρέη!
Τα νέα μας αφεντικά,
προ εκλογών αυθεντικά,
μζκψιςδ είπαν: το χρήμα ρέει…

Και μας οδήγησαν μαθές,
στο χάος και στο απεχθές
το Διεθνές Ταμείο!
Τώρα τη χώρα κυβερνούν,
οι δανειστές και μας κερνούν
μέτρα στο λατομείο!

και στο «Διάγγελμα προς πάμπλουτους», σελ. 135

Με το φτωχό πλεόνασμα που πέτυχε η χώρα,
ο Σαμαράς διάγγελμα βγάνει απ' ώρα σ' ώρα!
Πρώτα γι' αυτούς που μάτωσαν θα δώσει επιδέσμους…
μαντήλια αρωματικά σ' εφέδρους και συνδέσμους.
Τα σπίτια που οι τράπεζες θέλουν να τα μασήσουν,
μ' ένα κουτάκι χιώτικη μαστίχα θα πατσίσουν.
Για τους υδρογονάνθρακες που βρήκαμε αβέρτα,
για δέκα χρόνια θέρμανση θα δώσει μια κουβέρτα.

Ο σχετικός σχολιασμός διευρύνεται και σε άλλα θέματα, όπως για τη διεθνή πολιτική και το ρόλο των Μ. Δυνάμεων (ΧΑΪ.. ΧΙ. ΛΑΡΙ, ΕΛΛΑΣ-ΕΟΚ, σελ. 30, 31), για τον πόλεμο (Εναντίον του Πολέμου, σελ. 37), (για την ειρήνη (Ειρήνη, σελ. 69), για ζητήματα καθημερινότητας (Τηλεοπτικά Δρώμενα, Τυχερά Παιγνίδια, σελ. 24, 35), κ.α.
Το κεντρικό, λοιπόν, θέμα στα «Ανθάκανθα» είναι ο σατιρικός πολιτικός και κοινωνικός σχολιασμός. Παράλληλα, όμως, ο Κωστής παρουσιάζει και την άλλη πλευρά του στιχουργικού του ταλέντου, αυτήν που κινητοποιείται περισσότερο από την πλούσια εσωτερικότητά του, από το συναισθηματικό κέντρισμα που του προκαλούν μνήμες ανθρώπων -ο αγαπημένος πρόωρα χαμένος ιερέας αδελφός του, στον οποίο είναι αφιερωμένο το βιβλίο- και τόποι που αγαπά. Με την υμνητική αναφορά στους τόπους εκφράζει τη συναισθηματική και πνευματική του σύνδεση με τη Λούτρα, το Ρέθυμνο και την Κρήτη, εκκινώντας από το χώρο, την τοπογραφία και δίνοντας έμφαση στην ιστορία, την παράδοση και τον πολιτισμό. Ενδεικτικά και πάλι, φαίνεται στους στίχους του « Ονειρεμένο Ρέθεμνος», σελ. 72

Παλιό παντέρμο Ρέθεμνος, αγέρωχο και μόνο,
στου ονείρου μου τα πέλαγα λιμάνι στοργικό!
Πώς νιώθω, αχ! και να 'ξερες, κάθε που σ' ανταμώνω,
ονειρεμένο Ρέθεμνος, γλυκό και μαγικό!

Ονειρεμένο Ρέθεμνος στου χρόνου την πορεία !
Σημαία στη γαλέρα σου είχες την ομορφιά!
Σελίδες έγραψες χρυσές παντού στην Ιστορία,
Ονειρεμένο Ρέθεμνος, είσαι μια ζωγραφιά!

στο «Για τη Μάχη της Κρήτης», σελ. 39

Μέσα η ψυχή του Κρητικού μπαρούτι πρέπει να 'χει!
και γίνεται ολοκαύτωμα άμα βρεθεί στη μάχη!

Τη Λευτεριά καλέσανε πατρίδα να διαλέξει
κι εκείνη εσηκώθηκε… μια σούστα να χορέψει!

στο «Λούτρα», σελ. 57-62

Λουτριανοί γλεντήσανε στους όμορφούς μας τόπους
κι η κάθε πόρτα εμύριζε σε αρχοντιά και τρόπους!

Αναγυρίζω τα στενά, στους παιδικούς μου τόπους
και κουβεντιάζω με το νου με τσοι παλιούς ανθρώπους!

στους τόπους απού ένιωσα τη γης να μη με βάνει,
στα σεργιανίσματά ν- του ο νους πάντα μια στάση κάνει!

Στις περιπτώσεις αυτές οι στίχοι είναι «κατάφορτοι» από αγάπη, νοσταλγία, τρυφερότητα, πατριωτική περηφάνια, ενώ παράλληλα «ζωγραφίζουν», καθώς, όπως λέει, του αρέσει η ζωγραφική, όμορφες εικόνες που αισθητοποιούν όσα ο χρόνος, η μνήμη και η εμπειρία έχουν «αποθηκεύσει» μέσα του.
Του αρέσει, επίσης, να στοχάζεται. Να διατυπώνει έμμετρα όσα η ζωή του έχει αφήσει ως απόσταγμα πνευματικό κι άλλοτε αισιοδοξεί (Φθινόπωρο, σελ. 107), συμβουλεύει (Θάλασσες, σελ. 53) ή φιλοσοφεί.
Στις «Μαντιναδοκουβέντες», σελ. 42-44, οι μαντινάδες του με θεματική ποικιλία και έμπνευση είναι σταλαγμοί σκέψης και συναισθημάτων, όπου ο στοχασμός και ο λυρισμός συμπλέκονται όμορφα. Π.χ.

Θαύμα και χάρισμα η ζωή, κι όποιος καταλαβαίνει
πρέπει το κάθε της λεπτό να το μεταλαβαίνει…

Άνοιξη μπαίνει ολόχαρη, μα τση καρδιάς μου εμένα,
είναι τα φύλλα τζη κλειστά και παραπονεμένα.

Παλιού καιρού μου θύμησες, στου νου μου τ' ακρογιάλι
έρχεστε σαν τα κύματα η μια πάνω στην άλλη.

Ρέγομαι μιας αργαδινής απ' όξω να χιονίζει
και μέσα η παρέα μας να λυρομπαντουρίζει.

Όντε χορεύεις τα πουλιά κάθονται και κοιτούνε,
και παίρνουνε μαθήματα όμορφα να πετούνε.

 Τα «Ανθάκανθα» του Κωστή είναι μια πολύπλευρη σύνθεση. Ειδολογικά περιέχουν ποιήματα, στιχουργήματα, μαντινάδες, πεζοτράγουδα. Κατά περίπτωση εκφράζουν παράπονο, διαμαρτυρία, αγανάχτηση αλλά και έπαινο και περηφάνια. Σχολιάζουν, κριτικάρουν, σατιρίζουν, στηλιτεύουν. Υμνούν, ονειρεύονται, νοσταλγούν, οραματίζονται. Αποπνέουν λεβεντιά και μερακλίκι. Με το ζευγαρωτό ή πλεκτό ομοιοκατάληκτο βηματισμό -νομίζω ότι ο ζευγαρωτός «περπατάει» καλύτερα- αξιοποιούν τη στιχουργική του ευχέρεια να «ζωγραφίζει» τις σκέψεις και τα συναισθήματά του, να κοινοποιεί τους προβληματισμούς και τις ανησυχίες του και να δηλώνει το πνευματικό παρόν με το δικό το διακριτό τρόπο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Εμφανιζόμενη ανάρτηση

Εθελοντική Αιμοδοσία- Ένωση Κρητών Βριλησσίων

Πρόσκληση για Εθελοντική Αιμοδοσία